Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών

Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο

 

 
 
 

 

Εκδηλώσεις

130 χρόνια οι Μηχανολόγοι καινοτομούν
Τεχνόπολις Δήμου Αθηναίων, 11 Οκτωβρίου 2017
Πρόσκληση
Πρόγραμμα
Φωτογραφικό υλικό από την Εκδήλωση

Ανοικτά εργαστήρια
Πολυτεχνειούπολη Ζωγράφου, 20-21 Οκτωβρίου 2017

 
Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών - 130 χρόνια προσφοράς

Η Σχολή των Μηχανολόγων Μηχανικών έχει μακρά ιστορία, άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτήν του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Ως πρόδρομος της Σχολής μπορεί να θεωρηθεί η ίδρυση και λειτουργία το 1867 της ειδικής σχολής Μηχανουργίας στο Σχολεῖον τῶν ΤεχνῶνΠολυτεχνεῖον) που είχε ιδρυθεί το 1837 ως τεχνική σχολή μονοετούς φοίτησης, με τα μαθήματα να γίνονται τις Κυριακές και εορτές. Οι σπουδές στην ειδική αυτή σχολή ήταν τριετείς, και περιελάμβαναν θεωρητικά μαθήματα και πρακτική εξάσκηση. Βασικό στοιχείο υποδομής της ειδικής σχολής αποτελούσε το Μηχανουργεῖον, το οποίο είχε συσταθεί αρκετά χρόνια πριν, και εξυπηρετούσε τις ανάγκες εξάσκησης των μαθητών του Σχολείου. Με την ίδρυση της ειδικής σχολής, κατεβλήθησαν σημαντικές προσπάθειες για εμπλουτισμό του εξοπλισμού του Μηχανουργείου σε εργαλεία (π.χ. μέγγενες και λίμες) και μηχανήματα (π.χ. τόρνοι, ψαλίδια, δράπανα, φρέζες, χυτήριο μετάλλων). Ο εξοπλισμός αυτός αποκτήθηκε είτε με αγορά, είτε με δωρεές, κατά κύριο λόγο από αντίστοιχα σχολεία ή κατασκευαστές της Γαλλίας.

Ως σχολή πανεπιστημιακού επιπέδου αναγνωρίζεται πριν από 130 χρόνια, με τον νόμο ΑΦΜΑ της 27ης Μαΐου 1887 «περί του οργανισμού του ἐν Ἀθήναις Σχολείου τῶν Βιομηχάνων Τεχνῶν». Η ονομασία της Σχολής γίνεται Μηχανουργῶν Μηχανικῶν, οι σπουδές διαρκούν τέσσερα (4) έτη, ενώ για πρώτη φορά η εισαγωγή στη Σχολή γίνεται μετά από εξετάσεις ή επιτυχή παρακολούθηση ενός προπαρασκευαστικού έτους στο Λύκειο που ιδρύεται τότε. Αρκετά από τα μαθήματα που περιλαμβάνει το πρόγραμμα σπουδών είναι κοινά με την άλλη σχολή που ιδρύθηκε τότε, αυτήν των Πολιτικῶν Μηχανικῶν. Χαρακτηριστικά μαθήματα της Σχολής είναι τα εξής: «Ἀτμομηχανική μετά συνθέσεων καί Κινηματική Μηχανική», «Μηχανολογία μετά συνθέσεων», «Κατασκευή μηχανῶν» και «Μεταλλουργία τοῦ σιδήρου». Σε όλα τα έτη προβλέπεται ως ξεχωριστό μάθημα το «Ἀσκήσεις ἐν τῷ Σιδηρουργικῷ Ἐργοστασίῳ» (επίσημη ονομασία του Μηχανουργείου).

Επόμενος σημαντικός σταθμός στην πορεία της Σχολής ήταν το έτος 1914, οπότε με σχετικό νομοθετικό κείμενο, το μεν Ίδρυμα λαμβάνει πλέον τη σημερινή του ονομασία ως Ἐθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνεῖον, η δε Σχολή μετονομάζεται σε Μηχανουργῶν καί Μηχανολόγων Μηχανικῶν. Τρία χρόνια αργότερα, το 1917, η Σχολή μετονομάζεται σε Ἀνωτάτη Σχολή Μηχανολόγων - Ἠλεκτρολόγων προκειμένου να αντανακλά καλύτερα το περιεχόμενο των μαθημάτων που διδάσκονται αλλά και των αντικειμένων με τα οποία μπορούν να ασχοληθούν οι διπλωματούχοι της.

Στην Ανωτάτη Σχολή Μηχανολόγων - Ἠλεκτρολόγων προστίθενται συνεχώς μαθήματα και δημιουργούνται νέα εργαστήρια. Τα προσφερόμενα μαθήματα είναι μικρά και όλα υποχρεωτικά. Κατά τη δεκαετία του 1960, έχοντας ήδη προστεθεί και το πέμπτο έτος σπουδών, αρχίζει να διαφαίνεται η ανάγκη διαχωρισμού περιοχών, λόγω της συνεχούς αύξησης των τεχνολογικών γνώσεων και εφαρμογών, που οδηγούσε στην προσθήκη νέων μαθημάτων. Έτσι, το 1963 καθιερώνεται στη Σχολή κύκλος σπουδών Μηχανικού Παραγωγής, και το 1968 δημιουργείται Τμήμα Ναυπηγών. Τέλος, το 1975 η ενιαία Σχολή διαχωρίζεται σε δύο ανεξάρτητες, αυτή των Μηχανολόγων και αυτή των Ηλεκτρολόγων Μηχανικών. Στη Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών περιελήφθη επίσης το Τμήμα Ναυπηγών και ο κύκλος Μηχανικού Παραγωγής. Με την εφαρμογή του Νόμου 1268 του 1982, το Τμήμα Ναυπηγών αποσπάται από τη Σχολή, και καθίσταται ανεξάρτητη σχολή με την ονομασία «Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών». Ταυτόχρονα, το ακαδημαϊκό προσωπικό καθώς και τα εργαστήρια της Σχολής οργανώνονται σε έξι Τομείς: (i) Βιομηχανικής Διοίκησης & Επιχειρησιακής Έρευνας, (ii) Θερμότητας, (iii) Κατασκευών & Αυτομάτου Ελέγχου, (iv) Κατεργασιών, (v) Ρευστών και (vi) Πυρηνικής Τεχνολογίας.

Το 1986 δημιουργούνται στη Σχολή άλλοι δύο κύκλοι σπουδών, του Ενεργειακού Μηχανολόγου Μηχανικού και του Κατασκευαστού Μηχανολόγου Μηχανικού, στους οποίους προστίθεται, το 1990, και ο κύκλος του Αεροναυπηγού Μηχανολόγου Μηχανικού, ο οποίος το 2000 διευρύνεται και μετονομάζεται σε Κύκλο Μηχανολόγου Μηχανικού Εναερίων και Επιγείων Μεταφορικών Μέσων. Οι τέσσερεις κύκλοι σπουδών της Σχολής, τα μαθήματα των οποίων ξεκινούν στο έβδομο εξάμηνο, δίνουν τη δυνατότητα στους σπουδαστές να προσδιορίσουν, κατά τα τελευταία έτη, το κέντρο βάρους των σπουδών τους.

Από τη δεκαετία του 1980, το ακαδημαϊκό προσωπικό της Σχολής, παράλληλα με το διδακτικό έργο και την παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών στην ελληνική αλλά και ευρωπαϊκή βιομηχανία, αναπτύσσει και έντονη ερευνητική δραστηριότητα, σε μεγάλο βαθμό στο πλαίσιο προγραμμάτων χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε ανταγωνιστική βάση. Χάρις στα ερευνητικά προγράμματα, αλλά και τις προβλέψεις του Νόμου 1268 του 1982 για εισαγωγή τεσσάρων βαθμίδων διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού καθώς και τα κριτήρια εκλογής και εξέλιξής του, ο αριθμός των επιστημονικών δημοσιεύσεων σε διεθνή περιοδικά, οι επιστημονικές συνεργασίες με καθηγητές ξένων πανεπιστημίων, καθώς και η εκπόνηση διδακτορικών διατριβών, αυξήθηκαν σημαντικά τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. Είναι χαρακτηριστικό να αναφερθεί ότι σύμφωνα με τον οργανισμό QS (Quacquarelli Symonds) World University Rankings, η Σχολή των Μηχανολόγων Μηχανικών για το 2016 κατατάσσεται στην 31η θέση των αντίστοιχων ευρωπαϊκών, και στις θέσεις 101-150 παγκοσμίως.

Την ίδια δεκαετία ξεκινά στο Πολυτεχνείο και ο θεσμός των μεταπτυχιακών σπουδών. Τα προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών είναι είτε δια-τμηματικά, προϊόν της συνεργασίας περισσοτέρων του ενός τμήματος, είτε δια-πανεπιστημιακά, προϊόν της συνεργασίας περισσοτέρων του ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος. Η Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών συντονίζει το δια-πανεπιστημιακό πρόγραμμα «Διοίκησης Επιχειρήσεων - Athens MBA», το οποίο συνδιοργανώνει το ΕΜΠ με το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, και ένα δια-σχολικό «Συστήματα Αυτοματισμού» το οποίο συνδιοργανώνει με άλλες πέντε σχολές του ΕΜΠ. Τέλος, η Σχολή συμμετέχει στην οργάνωση και διδασκαλία άλλων έντεκα (11) δια-σχολικών προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών του ΕΜΠ.

Μέσω της κρατικής χρηματοδότησης αλλά και των κονδυλίων των χρηματοδοτούμενων ερευνητικών προγραμμάτων, κατέστη δυνατόν η Σχολή να αποκτήσει και να διαθέτει σήμερα μια σημαντική εργαστηριακή υποδομή. Από το ένα και μοναδικό εργαστήριο με το οποίο ξεκίνησε πριν από 130 χρόνια, σήμερα διαθέτει εικοσιπέντε (25) εργαστήρια με σύγχρονο εξοπλισμό, τα οποία στεγάζονται σε συγκρότημα έξι κτιρίων. Με την λειτουργία των εργαστηρίων αυτών εξυπηρετούνται οι τρεις βασικές προτεραιότητες της Σχολής: i) το εκπαιδευτικό έργο, που περιλαμβάνει παραδόσεις μαθημάτων, ασκήσεις, εργαστήρια, σεμινάρια, διπλωματικές εργασίες, ii) το ερευνητικό έργο και η πραγματοποίηση διδακτορικών διατριβών, και iii) το κοινωνικό έργο, που αφορά στην ανάπτυξη της τεχνολογίας σε συνεργασία με τη βιομηχανία, κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς.

Προσφορά στη χώρα

Κατά τη διάρκεια των 130 ετών λειτουργίας της, οι απόφοιτοι της Σχολής Μηχανολόγων Μηχανικών, υπήρξαν ένας από τους κύριους επιστημονικούς μοχλούς ανάπτυξης της χώρας. Ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε τους παρακάτω τομείς, στους οποίους η συμβολή των αποφοίτων της Σχολής ήταν αποφασιστική:

- Σχεδιασμός των προϊόντων, των μέσων και της οργάνωσης παραγωγής, των βιομηχανικών μονάδων που αναπτύχθηκαν και λειτούργησαν κατά την περίοδο αυτή. Τιμώντας τους, αξίζει να αναφερθούμε εδώ σε κάποιους αποφοίτους, και μετέπειτα καθηγητές της Σχολής, που διετέλεσαν στελέχη ιστορικών ελληνικών βιομηχανιών όπως ο Ελ. Παπαδανιήλ και ο Μ. Σφαντζικόπουλος (εταιρία Θερμίς που παρήγαγε καυστήρες και σώματα κεντρικής θέρμανσης και όμιλος εταιριών Τσαούσογλου, που παρήγαγαν μεταλλικούς σωλήνες και μεταλλικά έπιπλα), οι Ν. Δημόπουλος και Ν. Αθανασιάδης (εταιρία Μαλκότσης, που παρήγαγε πετρελαιοκινητήρες), ο Δ. Κουρεμένος (ΒΙΑΜΑΞ βιομηχανία αμαξωμάτων οχημάτων και λεωφορείων).

- Παραγωγή και τροφοδότηση με ηλεκτρισμό της χώρας, και μάλιστα χρησιμοποιώντας για την παραγωγή του όχι μόνο συμβατικά καύσιμα, αλλά και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με προεξάρχουσες τις υδροηλεκτρικές μονάδες παραγωγής. Τιμώντας τους, ας αναφέρουμε εδώ το πλήθος των αποφοίτων της Σχολής, οι οποίοι υποστήριξαν και συνεχίζουν να υπηρετούν το έργο της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), αλλά και τους οκτώ καθηγητές της Σχολής, οι οποίοι ανέλαβαν ανώτατες διοικητικές θέσης στην επιχείρηση: Γ. Κακριδής, Γ. Φλαμπουριάρης, Αλ. Παππάς, Μ. Αγγελόπουλος, Γ. Πεζόπουλος, Ν. Δημόπουλος, Ι. Τεγόπουλος και Α. Ζερβός.

- Εξασφάλιση της θέρμανσης και της ψύξης κτιρίων, μέσω του σχεδιασμού, εγκατάστασης και συντήρησης των αναγκαίων τεχνολογικών διατάξεων, που χρησιμοποιούν κάθε δυνατής μορφής ενέργεια (π.χ. ηλεκτρική, ηλιακή, υγρών και στερεών ορυκτών ή ανανεώσιμων καυσίμων).

Προκλήσεις για το μέλλον

Η Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών του Ε.Μ.Π. αντιμετωπίζει σήμερα μια σειρά από προκλήσεις, στις οποίες καλείται να ανταποκριθεί με επιτυχία, ως συνέχεια της μέχρι τώρα πορείας της. Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και ο συνεπαγόμενος καταμερισμός εργασίας, η θεαματική ανάπτυξη της πληροφορικής τεχνολογίας και των εφαρμογών της, η συνεχής υποβάθμιση του περιβάλλοντος από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, η μείωση των συμβατικών ενεργειακών πηγών, αλλά και η ευρωπαϊκή ενοποίηση, αποτελούν μερικές από τις πλείστες προκλήσεις της εποχής μας.

Η ανταπόκριση στις προκλήσεις αυτές μπορεί να κινηθεί σε δύο τουλάχιστον κατευθύνσεις:

i. Περαιτέρω ενίσχυση της διδασκαλίας και έρευνας σε περιοχές αιχμής οι εφαρμογές των οποίων έχουν προοπτικές για τη χώρα μας, όπως είναι η εκμετάλλευση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η βιοϊατρική τεχνολογία, τα ευέλικτα παραγωγικά συστήματα με ευρεία χρήση αυτοματισμών και ρομποτικής, κ.λπ.

ii. Καλλιέργεια των δεξιοτήτων επίλυσης προβλημάτων και σχεδιασμού καινοτόμων τεχνολογικών προϊόντων και διατάξεων των σπουδαστών μας, με κατάλληλη αναμόρφωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας (π.χ. μείωση των ωρών από έδρας διδασκαλίας και αύξηση των σχεδιαστικών θεμάτων υπό την καθοδήγηση των διδασκόντων, αύξηση των σχεδιαστικών θεμάτων που συνδυάζουν περισσότερα του ενός γνωστικά πεδία).

Οι προσπάθειες προς τις πιο πάνω κατευθύνσεις έχουν ήδη ξεκινήσει και αναμένεται να ενταθούν τα χρόνια που έρχονται.

καθηγητής Ν. Μαρμαράς